Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Μυγδαλιά

Κι ακόμα δεν μπόρεσα να καταλάβω
πώς μπορεί να πεθάνει μια γυναίκα
που αγαπιέται.
Εχει στον κήπο μου μια μυγδαλιά φυτρώσει
κι είν' έτσι τρυφερή που μόλις ανασαίνει·
μα η κάθε μέρα, η κάθε αυγή τηνε μαραίνει
και τη χαρά του ανθού της δε θα μου δώσει.
Κι αλίμονό μου! εγώ της έχω αγάπη τόση...
Κάθε πρωί κοντά της πάω και γονατίζω
και με νεράκι και με δάκρυα την ποτίζω
τη μυγδαλιά που 'χει στον κήπο μου φυτρώσει.
Αχ, της ζωούλας της το ψέμα θα τελειώσει·
όσα δεν έχουν πέσει, θα της πέσουν φύλλα
και τα κλαράκια της θε ν' απομείνουν ξύλα.
Την άνοιξη του ανθού της δε θα μου δώσει
Κι όμως εγώ ο φτωχός της είχ' αγάπη τόση...

Κ. Γ. Καρυωτάκης

ΚΙ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΗΡΘΕ,ΟΧΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΗΡΘΕ,ΟΥΤΕ ΟΜΩΣ ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΕΙ!....!!!!!!

τις νυχτες αγαπω την ποιηση την ημερα ειμαι ενα αγριμι

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ

Μεσ' από το βάθος των καλών καιρών
οι αγάπες μας πικρά μάς χαιρετάνε.
Δεν αγαπάς και δε θυμάσαι, λες.
κι αν φούσκωσαν τα στήθη κι αν δακρύζεις
που δεν μπορείς να κλάψεις όπως πρώτα,
δεν αγαπάς και δεν θυμάσαι, ας κλαις.
Ξάφνου θα ιδείς δυο μάτια γαλανά
-- πόσος καιρός! -- τα χάιδεψες μια νύχτα·
και σα ν' ακούς εντός σου να σαλεύει
μια συφορά παλιά και να ξυπνά.
Θα στήσουνε μακάβριο το χορό
οι θύμησες στα περασμένα γύρω·
και θ' ανθίσει στο βλέφαρο σαν τότε
και θα πέσει το δάκρυ σου πικρό.
Τα μάτια που κρεμούν -- ήλιοι χλωμοί --
το φως στο χιόνι της καρδιά και λιώνει,
οι αγάπες που σαλεύουν πεθαμένες
οι πρώτοι ξανά που άναψαν καημοί...

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2011

Ο βασανισμένος, καταραμένος και άγιος Πόε

Πιστεύω πως όντως ο Θεός μού χάρισε μια σπίθα ταλέντου", είπε μερικές εβδομάδες πριν από τον θάνατό του, "όμως την έσβησε μέσα στη δυστυχία".
Γεννήθηκε μια παγωμένη μέρα, στις 19 Ιανουαρίου 1809, στο δωμάτιο που νοίκιαζε η οικογένεια σε ένα σπίτι στη Βοστόνη. Οι γονείς του, περιπλανώμενοι ηθοποιοί που έχασε όταν ήταν ακόμα πιτσιρίκι. Τη μητέρα του, όταν ήταν μόλις δύο χρονών από φυματίωση, ενώ ο πατέρας του, έτσι αλλόκοτα και μυθιστορηματικά, απλώς "χάθηκε".
"Ο κόσμος θα είναι το θέατρό μου" έγραψε κάποτε. "Πρέπει είτε να τον κατακτήσω ή να πεθάνω". Ο Εντγκαρ Αλαν Πόε, "το ορφανό" μια ζωή, κυριολεκτικά "πεντάρφανο", έπραξε και τα δύο. Με το θεατρικό ή μελοδραματικό του ύφος, με εκείνο το εκρηκτικά σπάνιο ταλέντο του, και τον κατέκτησε και πέθανε. Αινιγματικά και μυθιστορηματικά όπως και έζησε. Σε ηλικία μόλις σαράντα ετών.
Στο βιβλίο που υπογράφει ο Πίτερ Ακρόιντ "Πόε μια σύντομη ζωή", η βραχύβια, επίπονη ζωή του και το μακρόπνοο διαχρονικό έργο του ξεδιπλώνονται παράλληλα και ανάγλυφα, και ο βιογράφος του, χωρίς να επιχειρεί να τον αγιογραφήσει, κατορθώνει να αναδείξει αυτό που όντως υπήρξε: ένας απόλυτα βασανισμένος και καταραμένος άγιος
Δεν θα μπορούσα να αγαπήσω παρά μόνο εκεί όπου ο Θάνατος / Ενώνει την ανάσα του με αυτήν της Ομορφιάς". Εγραφε εκείνος που, ούτως ή άλλως "Ολη του τη ζωή του άρεσε να περιπλανιέται μέσα σε κοιμητήρια. Στη φαντασία του ο θάνατος και η ομορφιά ήταν αξεδιάλυτα και αέναα συνδεδεμένα. Το "όχι πια" ήταν η αγαπημένη του φράση. Τα μυστικά δωμάτια και οι μουχλιασμένες επαύλεις, μες στα οποία ζούσαν οι ήρωές του, ερμηνεύονται ως αυτά του μυαλού ή του μνήματος".
Αρχίζοντας όπως αρμόζει, από τη λύση της εξίσωσης, δηλαδή τον αλλόκοτα μυστηριώδη του θάνατο, ο βιογράφος ξεφυλλίζει κατόπιν εξ αρχής, το ποιητικά μαύρο βιβλίο της ζωής του. Ξεκινώντας από "το-ορφανό-που-υιοθετήθηκε" από την Φράνσις και τον Τζον Αλαν που του χάρισαν το επίθετο Αλαν στο μετέπεια όνομα, τον εξαιρετικό μαθητή που μετοίκησε από την Αμερική στην Αγγλία με την καινούργια του οικογένεια, στον πλάνητα που έζησε μια ζωή στην ένδεια, είτε καταταγόμενος στον στρατό είτε δημοσιογραφώντας και ξεπουλώντας τα αθάνατα αριστουργήματά του αντί ενός πινακίου φακής.

Ποτό και ποίηση
Ο Ακρόιντ, "πατώντας" ταυτοχρόνως σε βίο και έργο, εξάλλου ο ιδιοφυής Πόε και έτσι πορεύθηκε, ξεφλουδίζει ταυτόχρονα ποτό και ουράνια παρεξηγημένη ποίηση, τα ψυχοσωματικά του προβλήματα και τον εξαίσιο σαρκασμό του, το πάθος του για αναγνώριση και τον παράδοξο εγκλεισμό στις ιστορίες του που σχεδόν οι πάντες μέσα στον χρόνο μιμήθηκαν, τη διορατικότητα αυτής καθ' εαυτής της γραφής του: ό,τι έγραφε, γινόταν κατά κάποιον τρόπο, πραγματικότητα. Την αιώνια ορφάνια κι εξορία του: πουθενά δεν ένιωθε σαν στο σπίτι του. Αλλά και τις συνθήκες ζωής κάτω από τις οποίες γράφτηκαν άπαντα τα πεζά και τα ποιητικά του: "Ο μαύρος γάτος" και η "Μαρτυριάρα καρδιά", η "Ελεονόρα" και η "Λιγεία", "Ο άνθρωπος του πλήθους" και "Οι δολοφονίες της οδού Μοργκ", το "Χειρόγραφο σε μπουκάλι" και το αριστουργηματικό του "Το κοράκι".
Μέσα στην απίστευτη προσωπική καταχνιά ο Πόε άνοιξε τον δρόμο για το Φανταστικό και την Επιστημονική Φαντασία, για το Αστυνομικό Μυθιστόρημα, αφήνοντας συνάμα και μια ποίηση καθαρή σαν μαύρο κρύσταλλο.
Φυσικά, θα έπρεπε να πεθάνει για να βρει τους αναγνώστες και την όντως ποιητική ζωή του: η φήμη του συνέχιζε να μεγαλώνει μετά θάνατον στη Γαλλία και στην Αγγλία και οι μετέπειτα εποχές τον κατανόησαν καλύτερα από τον εποχή του.Μια απολαυστική βιογραφία που επιτρέπει στον αινιγματικό Πόε να διατηρεί τη μαγεία του και σε συνδυασμό με τον αφιερωματικό τόμο Εντγκαρ Αλαν Πόε 21 ιστορίες και "Το κοράκι" που κυκλοφόρησε σε εξαιρετική ανθολόγηση - σχολιασμό - μετάφραση της Κατερίνας Σχινά απ' το "Μεταίχμιο", αποτελούν μια διεισδυτική ματιά σε έναν μέγιστο συγγραφέα - ποιητή.
Ο Πίτερ Ακρόιντ έχει γράψει βραβευμένες βιογραφίες κορυφαίων ποιητών και πεζογράφων, όπως του Εζρα Πάουντ, του Τ.Σ. Ελιοτ, του Τσαρλς Ντίκενς, του Γουίλιαμ Μπλέικ και του Τζέφρι Τσόσερ, καθώς και μελέτες που αφορούν το έργο και τη δράση σημαντικών προσωπικοτήτων, όπως του Τόμας Μορ, του Γουίλιαμ Τέρνερ και του Ισαάκ Νεύτωνα.
Πρόσφατα εξέδωσε και μια βιογραφία του Σαίξπηρ, η οποία απέσπασε διθυραμβικές κριτικές. Εκτός από σπουδαίος βιογράφος, είναι και αξιόλογος μυθιστοριογράφος και παρουσιαστής τηλεοπτικών εκπομπών.
Εχει τιμηθεί από τη βρετανική κυβέρνηση για τις υπηρεσίες που έχει προσφέρει στην αγγλόφωνη λογοτεχνία. Εχει επίσης συγγράψει μια συναρπαστική "βιογραφία" του Λονδίνου και μια μελέτη για τον Τάμεση
(Ελένη Γκίκα)

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2011

Η προέλευση της έμπνευσης

Κλείνεις τα μάτια σου, αρχίζεις να σκέφτεσαι, για λίγα δευτερόλεπτα υπάρχει χάος, δεν ανοίγεις τα μάτια σου, συνεχίζεις να τα έχεις κλειστά ,ξαφνικά σου έρχονται έντονα εικόνες και εσύ με την βοήθεια της πένας αποτυπώνεις αυτά που βλέπεις στο χαρτί. Η έμπνευση αυτή μπορεί να είναι μια εικόνα, ένας ήχος ένα ποίημα, ότι κι αν είναι απ τα τρία αυτό που συμβαίνει είναι ότι απορρέουν απ’ την εξωτερίκευση των συναισθημάτων σου. Συναισθήματα που μέχρι τώρα  ήταν ” παγωμένα”  μέσα σου και κάποιο ερέθισμα υπήρξε η αιτία στο να απελευθερωθούν .Για πχ σκέφτεσαι κάτι το οποίο όμως δεν το γνωρίζεις. Πως γίνεται όμως να σκέφτεσαι κάτι που δεν γνωρίζεις; Η απάντηση έγκειται στο ότι σκεφτόμαστε τι θέλουμε να γνωρίσουμε και έτσι επιδιώκουμε να το γνωρίσουμε. Άρα η ικανότητα που έχουμε να γνωρίσουμε πράγματα μας έκανε να τα σκεφτούμε.

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

ΠΕΛ -ΜEΛ/ I.


ΑΝΤΡΕΣ
Έξω εδώ θ' αφήσουμε
κάθε παλιά μας γκρίνια,
θα μπούμε να γλεντήσουμε
τώρα στα καμαρίνια.
Εκεί φωλιά θα χτίσουμε,
χρυσά μας καναρίνια.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Εμείς πολύ σκεφτήκαμε
μαζί σας πριν ερθούμε.
Δεν ξέρουμε, δε βρήκαμε,
στο σπίτι τι θα πούμε,
μα δεν αντισταθήκαμε,
γιατί σας αγαπούμε.

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ
Την αγάπη, την αγάπη
όποιος θεωρεί ντροπή,
όποι ν' αγαπήσει εντράπη,
μες στο σεπαρέ θα μπει.
Όλα τα κομφόρ τα βρίσκει,
στο γκαρσόν μια λέξη πες·
να, γεμάτοι μπρος σου οι δίσκοι
κ' έτοιμος ο καναπές.

ΑΝΤΡΕΣ
Την πόρτα θα κλειδώσουμε
και ο μπερντές θα πέσει·
το χέρι θε ν' απλώσουμε
στη λυγερή σας μέση,
σαμπάνια θα σας δώσουμε
κι ό,τι άλλο σας αρέσει.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Όμως εμείς θ' αφήνουμε
και τη σαμπάνια ακόμα·
μόνο φιλιά θα πίνουμε
απ' το γλυκό σας στόμα.
Στα μπράτσα σας θα γίνουμε,
στην αγκαλιά σας, λιώμα.

[ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ]
Την αγάπη, την αγάπη
όποιος θεωρεί ντροπή, κτλ.

ΑΝΤΡΕΣ
Ας δώσουμε τα χέρια μας
στην κάθε αγαπημένη·
φωλιά στα περιστέρια μας
το σεπαρέ θα γένει.
Προσμένουμε τα ταίρια μας,
η Αγάπη περιμένει.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Εμπρός, καιρό μη χάνουμε,
καθόλου μην αργούμε·
πολύ θα σας γλυκάνουμε,
πολύ θα γλυκαθούμε.
Ας κάνουμε ό,τι κάνουμε
εμπρός πια, δε βαστούμε!

[ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ]
Την αγάπη, την αγάπη
όποιος θεωρεί ντροπή, κτλ.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

ΑΝΤΡΕΣ
Και τώρα, να, κηρύσσεται
εις διωγμόν ο έρως,
στα σπίτια θα γυρίσετε,
αλίμονον! εγκαίρως.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Εις διωγμόν κηρύσσεται,
αλίμονον! ο έρως,
και θα μας οδηγήσετε
στα σπίτια μας εγκαίρως.

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2011

Τι με πνιγει

Πριν πέντε χρόνια μιλούσα με έναν φίλο μου, τον κύριο Θοδωρή και λέγαμε όταν λες το όνομα Σωκράτης οι περισσότεροι σκέφτονται τον φιλόσοφο,ενώ εμείς μιλάμε για τον Μάλαμα,σήμερα όταν λες Σωκράτης το μυαλό σου πάει στον Μάλαμα,ακομη  και αυτοί που πάνε στα μπουζούκια τον Μάλαμα σκεφτονται.Με χαλάει πολύ  στις συναυλίες του Σωκράτη όταν βλέπω "κάποιους"και αμέσως σκέφτομαι τα λόγια που έλεγε ο Νικόλας Ασιμος στους περαστικούς "είναι φρικτό αυτό που κάνεις ,να πατάς επάνω στις κάλτσες σου".


ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ (ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ)

Το αιώνια χαμένο πρόσωπο του Μιγκέλ ντε Θερβάντες

Μπορεί να είναι νεκρός εδώ και τέσσερις σχεδόν αιώνες, όμως ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες, ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς που... γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, καταφέρνει να βρίσκεται ακόμη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της πατρίδας του.

Μια ομάδα Ισπανών αρχαιολόγων έχουν θέσει ως στόχο τους να βρουν πάση θυσία την τελευταία κατοικία του Θερβάντες ώστε να καταφέρουν αναπλάσουν το πραγματικό του πρόσωπο. Αυτό σκοπεύουν να το πραγματοποιήσουν χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που θα τους δώσουν τα χαμένα –προς το παρόν- οστά του.

Το πρόσωπο του δημιουργού του «Δον Κιχώτη» παραμένει ένα αιώνιο μυστήριο καθώς το μοναδικό γνωστό πορτραίτο του το είχε φιλοτεχνήσει ο ζωγράφος Χουάν ντε Χουαρέγκουι 20 χρόνια μετά τον θάνατό του.

Η ομάδα ερευνητών, η οποία χρηματοδοτείται από το ισπανικό υπουργείο Πολιτισμού, φιλοδοξεί να έχει φέρει σε πέρας την αποστολή της μέχρι το 2016. Έτσι, το αληθινό πρόσωπο του Θερβάντες θα αποκαλυφθεί ακριβώς 400 χρόνια μετά από τον θάνατό του, στις 23 Απριλίου του 1616.

Την ίδια ακριβώς ημέρα είχε φύγει από τη ζωή κι ένας ακόμη συγγραφέας που μπήκε στο πάνθεον της Τέχνης, ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ.

Η έρευνα πρόκειται να ξεκινήσει από ένα γυναικείο μοναστήρι της Μαδρίτης στο οποίο ήταν μοναχή η κόρη του Θερβάντες, Ισαβέλα Σααβέντρα. Η μονή αυτή εγκαταλείφθηκε προσωρινά το 1673 προκειμένου να πραγματοποιηθούν εργασίες αναστήλωσης.

Η Σααβέντρα, φεύγοντας, πήρε μαζί της τα οστά του πατέρα της όμως τα επέστρεψε όταν το τάγμα των καλογραιών μπόρεσε να επανεγκατασταθεί στο μοναστήρι. Τα οστά φαίνεται πως ενταφιάστηκαν εκ νέου στην αναστηλωμένη πλέον μονή. Αρχαιολόγοι και ιστορικοί θα ψάξουν κάθε σπιθαμή του μοναστηριού καθώς τα απομεινάρια του συγγραφέα θα μπορούσαν να έχουν ταφεί οπουδήποτε.

Στο έργο πάντως της αναγνώρισης πρόκειται να τους βοηθήσει ο ίδιος ο Θερβάντες μέσω των χαρακτηριστικών σημαδιών που θα φέρει ο σκελετός του. Αυτά, τα είχε αποκτήσει όταν τραυματίστηκε από οθωμανικά πυρά κατά τη διάρκεια της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου (7 Οκτωβρίου 1571).

Πρόκειται για δύο σοβαρά τραύματα στο στέρνο και μια μερική αναπηρία στο αριστερό χέρι. Αν ο σκελετός παρουσιάσει αυτά τα χαρακτηριστικά, τότε οι ερευνητές θα είναι πλέον σίγουροι πως βρήκαν επιτέλους τον Θερβάντες.

Εκτός από την ανάπλαση του προσώπου του όμως, η επιστημονική ομάδα θα μπορέσει παράλληλα να ρίξει φως και στα πραγματικά αίτια του θανάτου του. Έτσι, ένα ακόμη από τα μυστήρια που περιβάλλουν τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες πρόκειται να λυθεί.

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

θανάσης Παπακωνσταντίνου "ο ελάχιστος που είναι μέγιστος"

Θα καταθέσω κι εγώ την άποψή μου για τον ελάχιστο εαυτό, που στα δικά μου τα αυτιά ο δίσκος αυτός δεν είναι καθόλου ελάχιστος αλλά μέγιστος,είναι η πρώτη φορά που δεν μπορώ να ξεχωρίσω καποιο τραγούδι από τον δίσκο του Θανάση ακόμη και μετά από 5 μήνες κυκλοφορίας του δισκου, οφείλω να ομολογήσω ότι μου έδωσε την χαρά να βιώσω κάτι πρωτόγνωρο για τα σημερινά δεδομένα της ελληνικής μουσικής,παίρνοντας στα χέρια μου το cd και μετά από πολλές ακροάσεις και αναγνώσεις συνειδητοποίησα ότι έχω στα χέρια μου μια ποιητική συλλογή, ενα "διαμάντι", νομίζεις ότι  έχεις στα χέρια σου ένα  βιβλίο και όχι cd,  σε  αυτό βοηθάει βεβαία και η καλά προσεγμένη επίφαση του δίσκου που σε οδηγεί να καταλήξεις σε αυτό το συμπέρασμα,ενα άλλο επίσης στα συν του Θανάση είναι ότι δεν επαναλαμβάνεται ακόμη και μετά από τόσες δισκογραφικές δουλείες και δεν κουράζει καθόλου τα αυτιά του ακροατή, απλά  νιώθεις τυχερός γιατί διαπιστώνεις να διακατέχει τον καλλιτέχνη μια ευαισθησία. Τέλος θα πω  ότι  η δουλειά αυτή είναι υπέρτατη μορφή ποίησης. Θανάση σε ευχαριστώ που υπάρχεις!
Τα σέβη μου!

Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

sancho 003 "Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ"

Θα σας γράψω μια άποψη για την μουσική των sancho 003 σαν να είμαι εγώ αλλά δεν θα είμαι εγώ, τον Δεκέμβριο γνώρισα ένα χορευτή μετά είδα μια παράσταση όπου συμμετείχε  ο  χορευτής και έπειτα  πήγα και άκουσα τους sancho 003, όταν το live έλαβε τέλος και ενώ είχα έρθει πρώτη φορά σε επαφή με την μουσική τους συνάντησα εμένα που δεν ήμουν εγώ,όταν με ρώτησα αν μου άρεσαν τα παιδιά μου απάντησα ότι  όταν ακούς τους sancho 003 νομίζεις ότι γυρνάς απ το πουθενά,τα πάντα έχουν σταματήσει ακριβώς μετά το live,έχεις χάσει την μνήμη σου,το μόνο που θυμάσαι είναι ο ήχος εκείνης της μουσικής που για χάρη της έχεις ξεχάσει τα πάντα.Όλο αυτό βέβαια αποκτά μια όμορφη γοητεία γιατί σε κάνει να πιστεύεις ότι η μουσική ευτυχώς ακόμη δεν έχει χάσει τα “φτερά” της, και ελπίζεις στο μεγάλο πέταγμα  γιατί όπως έλεγε και ο Beethoven: τα λόγια αλυσοδέθηκαν, μα οι ήχοι ευτυχώς είναι ακόμα ελεύθεροι.

Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

Θανάσης Παπακωνσταντίνου καλοκαιρι 2011

Εδώ δεν ανεβάζουμε τραγουδια απο συναυλίες αλλα αφου πήγαμε στην συναυλία του Θανάση(γιατί για εμάς είναι θανάσης )δεν ήταν εφικτό να μην σχολιάσουμε αυτό που εμείς εισπράξαμε, από μουσικής πλευράς η επιλογή τραγουδιών  του Θανάση και των αλλων παιδιών μας άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις,Εκείνο που μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν το όπτικο μέρος της βραδυάς όπου ηταν έκδηλη η εναγώνια προσπάθεια του δημιουργού να στηλιτευσει την σαθρή περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής και να δωσει τέλος στην ατέρμονη καπηλευση της ανθρώπινης νοημοσύνης απο τα μμε.Καλή συνέχεια Θανάση μας!

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Στο "σφυρί" το πατρικό σπίτι του Κωστή Παλαμά

Μικρότερα γράμματα Μεγαλύτερα γράμματα
Στο "σφυρί" το πατρικό σπίτι του Κωστή Παλαμά

Στο «σφυρί» βγαίνει το πατρικό σπίτι του μεγάλου μας εθνικού ποιητή, Κωστή Παλαμά.

Για χρόνια οι Αρχές το είχαν αφήσει να ερημώσει και κανείς (ούτε η Πολιτεία αλλά ούτε και οι ιδιοκτήτες) δεν κίνησε τις απαραίτητες διαδικασίες ώστε το πατρικό του να χαρακτηριστεί ως μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς.

Έτσι, σύμφωνα με το dete, ένα μεσιτικό γραφείο αποφάσισε να βρει νέους αγοραστές για το ιστορικό πατρικό, η αξία του οποίοι ανέρχεται στο 1,5 εκατομμύριο ευρώ!

Το μόνο που θυμίζει τον ιστορικό χαρακτήρα αυτού του σπιτιού είναι μια εντοιχισμένη μαρμάρινη επιγραφή, ενώ ως τραγική ειρωνεία ακούγεται το σονέτο που είχε γράψει ο μεγάλος μας ποιητής ώστε να τιμήσει την πόλη που γεννήθηκε, την Πάτρα:

«Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι / Στοιχειό είναι και μα προσκαλεί, ψυχή και με προσμένει / Το σπίτι που γεννήθηκα, ίδιο στην ίδια στράτα / Στα μάτια μου όλο υψώνεται, όλα και μ´ του τα νιάτα / Το σπίτι ας του νοθέψανε το σχήμα και το χρώμα / Κι ανόθευτο κι αχάλαστο και με προσμένει ακόμα / Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι / Στοιχειό και σαν απάτητο, με ζει και με προσμένει»…

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

...κ η ποίησης είναι το καταφύγιο που θφονούμε

ποίηση η: . η τέχνη της σύνθεσης, της δημιουργίας λογοτεχνικών έργων σε στίχους (σε αντιδιαστολή με την πεζογραφία, τον πεζό λόγο), β. το ποιητικό δημιούργημα, το ποίημα. 2. τα διάφορα ποιητικά είδη, τεχνοτροπίες κτλ. 3. το σύνολο της ποιητικής δημιουργίας, των ποιητικών έργων μιας περιόδου, ενός ποιητή, ενός έθνους κτλ. 4. η αισθητική και συναισθηματική αξία, διάθεση, η μαγεία.

καταφύγιο το: . τόπος όπου καταφεύγει κάποιος, όπου πηγαίνει για να προστατευτεί από κπ. κίνδυνο ή για να αποφύγει κάποια δυσάρεστη κατάσταση, β. μικρό οίκημα σε βουνό, όπου μπορούν οι ορειβάτες να διανυκτερεύσουν ή να προστατευτούν από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. 2. (μτφ.) α. πρόσωπο στο οποίο κασταφεύγουμε, από το οποίο ζητούμε βοήθεια και προστασία, β. χρησιμοποιώ κτ. ως μέσο για να δώσω λύση σε κτ. που με βασανίζει ή για να βρω ανακούφιση.

φθονώ: αισθάνομαι φθόνο για κπ.

φθόνος ο: το αρνητικό συναίσθημα της λύπης, της στενοχώριας και της δυσαρέσκειας που αισθάνεται κάποιος για την ευτυχία, την επιτυχία ή την υπεροχήτων άλλων.

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

Ανοίγει ο "φάκελος" του θανάτου του Π. Νερούδα

Η δικαιοσύνη της Χιλής συμφώνησε να ξεκινήσει έρευνα για τον θάνατο του Πάμπλο Νερούδα το 1973, στον απόηχο μαρτυριών που δημιουργούν αμφιβολίες για τις συνθήκες θανάτου του από καρκίνο και κάνουν λόγο για δολοφονία.

Έντγκαρ Άλαν Πόε (θρύλοι και δοξασίες)


Εδώ και εξήντα χρόνια ένας μυστηριώδης άνδρας αφήνει τρία τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ στον τάφο του Πόε.
Τον ονομάζουν Poe toasted (αυτός που πίνει με τον Πόε), κανένας δεν είδε το πρόσωπο του, ένα μεγάλο μαύρο καπέλο σκεπάζει τα χαρακτηριστικά του, επισκέπτεται το νεκροταφείο της Βαλτιμόρης στις 19 Ιανουαρίου και αφήνει τρία τριαντάφυλλα και ένα μισογεμάτο μπουκάλι κονιάκ στον τάφο του Αμερικανού συγγραφέα.

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Κώστας Καρυωτάκης - Μαρία Πολυδούρη και η αρχή της Αμφισβήτησης

ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ(The raven)EDGAR ALLAN POE

 
     
ΜΙΑ φορά, τα μεσάνυχτα τα σκοτεινά, αδύναμος και αποκαμωμένος καθώς συλλογιζόμουν,
     
πάνω σε ένα πολύ ασυνήθιστο και περίεργο τόμο απολησμονημένης γνώσης,
     
έγειρα το κεφάλι, ίσα που μ' έπαιρνε ο ύπνος· τότε έξαφνα, έρχεται ένας ανάλαφρος σιγανός χτύπος,
     
όπως όταν κάποιος χτυπάει ευγενικά την πόρτα του δωματίου μου.
  5
«Κάποιος επισκέπτης θα είναι» μουρμούρισα «που χτυπάει την πόρτα του δωματίου μου—
     
Μόνο αυτό και τίποτα παραπάνω».

 
     
Αχ! Χαρακτηριστικά θυμάμαι πως ήταν τον ανεμοδαρμένο παγερό Δεκέμβρη,
     
και η κάθε μια ξεχωριστή ξεθρακιασμένη σπίθα άπλώνε βαθμιαία το φάσμα της στο πάτωμα.
     
Ανυπόμονα ευχόμουν να έρθει το αύριο — μάταια είχα γυρέψει να δανειστώ από τα βιβλία μου
10
ένα τρόπο να δοθεί τέλος στη λύπη, την λύπη για την απολεσθείσα Λενόρ
     
την εξαίρετη κι’ απαστράπτουσα κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ —
     
εδώ όμως μένει παντοτινά.χωρίς όνομα να την καλούν.

 
     
Και το μεταξένιο, λυπητερό, αβέβαιο θρόισμα της κάθε μιας βυσσινί κουρτίνας,
     
μου γεννούσε το ρίγος της συγκίνησης, με καταλάμβανε με τέτοιους φανταστικούε τρόμους που δεν τους είχα νοιώσει ποτέ πριν.
15
Έτσι που, τώρα, για να νεκρώσω το δυνατό μου χτυποκάρδι, στάθηκα όρθιος και είπα σα να επαναλάμβανα:
     
«Κάποιος επισκέπτης θα είναι στην θύρα της κάμεράς μου που εκλιπαρεί να εισέλθει.
     
Κάποιος αργοπορημένος επισκέπτης που εκλιπαρεί από την πόρτα του δωματίου μου να εισέλθει.
     
Για αυτό πρόκειται και όχι για κάτι περισσότερο».

 
     
Η ψυχή μου γυρίζοντας στη θέση της ενδυναμώθηκε, και πλέον δεν ήταν σε δισταγμό.
20
«Κύριε» είπα εγώ, «ή Κυρία, ειλικρινά εκλιπαρώ την συγχώρεσή σας,
     
αλλά το γεγονός είναι ότι με πήρε ο ύπνος κι έτσι ανάλαφρο που ήταν το άξαφνο σας χτύπημα,
     
και τόσο υποτονικά που ήρθε το ελαφρύ άξαφνο χτύπημα, ο ανάλαφρος κρότος στη θύρα του δωματίου,
     
που πολύ αμφιβάλλω αν Σας άκουσα» — εδώ ανοίγω διάπλατα την πόρτα —
     
σκοτάδι εκεί και τίποτα άλλο.

 
25
Κοίταξα ερευνητικά, βαθιά μέσα στο σκότάδι εκείνο, μένοντας εμβρόντητος εκεί, για πολύ, νοιώθοντας το δέος,
     
την αμφιβολία, και βλέποντας όνειρα, που κανείς ποτέ θνητός δεν τόλμησε πιο πριν να ονειρευτεί.
     
Όμως τίποτα δεν τάραζε την σιγαλιά, και η ακινησία δεν μου έδινε κάποιο σημείο,
     
και η μόνη λέξη που ακούστηκε εκεί, ήταν η ψιθυριστή λέξη «Λενόρ».
     
Αυτό ψιθύρισα εγώ, και μια ηχώ μου αντιγυρνά ψιθυριστά την λέξη «Λενόρ».
30
Απλώς αυτό και άλλο τίποτα.

 
     
Ξαναγυρίζοντας στην κάμερα, φλεγόταν ολόκληρη η ψυχή μέσα μου
     
και σε μικρό διάστημα άκουσα πάλι ένα ανάλαφρο χτύπο, κάτι δυνατότερο από το προηγούμενο.
     
«Ασφαλώς» είπα εγώ, «ασφαλώς ετούτο είναι στο καφασωτό του παραθύρου μου,
     
ας δω επομένως τι είναι σε εκείνο το σημείο και το μυστήριο αυτό να διερευνήσω—
35
ας νεκρώσω την καρδιά μου μια στιγμή και ας διερευνήσω το μυστήριο αυτό—
     
Ο άνεμος θα είναι και άλλο τίποτα».

 
     
Σε αυτό το σημείο ανοίγω το πατζούρι, όταν, με ένα πολύ φευγαλέο πέταμα και φτεροκόπημα,
     
εκεί μέσα μπήκε ένα μεγαλόπρεπο Κοράκι των παλαιών ευσεβών εποχών.
     
Χωρίς να κάνει βαθιά υπόκλιση, δίχως στιγμή να σταματήσει ή να σταθεί στη θέση του,
40
αλλά υποσκάπτοντας τους καλούς τρόπους, πήγε και κούρνιασε ψηλά στην θύρα της κάμεράς μου-
     
κάθισε ψηλά, πάνω στο μπούστο της Παλλάδας, ακριβώς πάνω από την πόρτα της κάμεράς μου-
     
κούρνιασε ψηλά και κάθισε χωρίς να κάνει τίποτα άλλο.

 
     
Ύστερα, αυτό το πουλί στο μαύρο του εβένου ξεγέλασε την οικτρή μου ψευδαίσθηση να φτάσει σε χαμόγελο,
     
με το βαρύ και άκαμπτο τυπικό της αταραξίας που φορούσε.
45
Του είπα «Μολονότι το λοφίο σου είναι απογυμνωμένο και ξυρισμένο είσαι εσύ, δειλό πάντως δεν είσαι,
     
ειδεχθές, αποτρόπαιο και παλαιό Κοράκι που πλανιέσαι από την όχθη της Νύχτας—
     
για πες μου ποιο είναι το αρχοντικό σου όνομα που σε καλούν στην όχθη της Υποχθόνιας Νύχτας!»
     
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.

 
     
Πολύ εξεπλάγην από το άκομψο αυτό πουλί, ακούγοντάς το να συνδιαλέγεται τόσο ανεπιτήδευτα,
50
μολονότι η απάντησή του λίγα σήμαινε — μεγάλη συνάφεια δεν είχε.
     
Διότι αναπόφευκτα συμφωνούμε ότι κανένα ζωντανό ανθρώπινο ον
     
ποτέ δεν είχε την ευτυχία να δει ένα τέτοιο πουλί πάνω από την πόρτα της κάμαράς του—
     
είτε επρόκειτο για πουλί, είτε για κτήνος, πάνω στο γλυπτό μπούστο ψηλά στην πόρτα της κάμεράς του,
     
να έχει ένα τέτοιο όνομα όπως το «Ποτέ πια».

 
55
Αλλά το Κοράκι στεκόταν μοναχό σε αυτό το γαλήνιο μπούστο, λέγοντας μονάχα
     
εκείνες τις λέξεις, λες και η ψυχή του ξεχείλιζε με εκείνες τις λέξεις.
     
Τίποτε παραπέρα κατόπιν δεν εκστόμισε, και ούτε ένα πούπουλό του κατόπιν δεν πετάρισε—
     
Ώσπου, μόλις ψιθυρίζοντας, μουρμούρισα: «Κι άλλοι φίλοι μου, από πριν, πάνε, πετάξανε και φύγανε—
     
Σαν θα έρθει το πρωί και τούτο θα με αφήσει, όπως πέταξαν και πάνε οι Ελπίδες μου οι παλιές».
60
Μετά το πουλί είπε, «Ποτέ πια».

 
     
Ξαφνιασμένος με την ακινησία που μόνο η τόσο επιδέξια δοσμένη απάντηση την διέκοπτε,
     
είπα: «Δίχως αμφιβολία, αυτό που εκφέρει είναι το μόνο του εφόδιο και υλικό
     
που γράπωσε από κάποιον δυστυχισμένο αφέντη που η ανηλεής του Kαταστροφή
     
τον ζύγωνε όλο και πιο κοντά, μέχρι που τα τραγούδια του μία μοναδική επωδό να φέρουν,
65
μέχρι που οι θρήνοι της Ελπίδας του να φέρνουνε το μελαγχολικό φορτίο
     
του Ποτέ — Ποτέ πια».

 
     
Αλλά το Κοράκι ακόμη ξεστράτιζε την καταλυπημένη μου ψυχή στο γέλιο,
     
Ευθύς, τσούλησα ένα κάθισμα με μαξιλάρια μπροστά από το πουλί και το μπούστο και την πόρτα.
     
Κατόπιν, βουλιάζοντας πάνω στο βελούδο, επιδόθηκα σε συνδυασμούς της μιας φαντασίωσης με την άλλη,
70
Σκεπτόμενος τι είναι εκείνο το οποίο εννοεί το δυσοίωνο — του παλαιού καιρού— πουλί, 70
     
Τι είναι εκείνο το οποίο εννοούσε το ζοφερό, άχαρο, ειδεχθές, πένθιμο και δυσοίωνο —του παλαιού καιρού— πουλί
     
Τι εννοούσε κρώζοντας «Ποτέ πια».

 
     
Έτσι ήμουν καθισμένος, κλεισμένος σε εικασίες, χωρίς να εκφράσω ούτε συλλαβή
     
στο πουλί, του οποίου τα φλογισμένα μάτια τώρα βάζανε φωτιά στα ενδόμυχα της καρδιάς μου·
75
Για ετούτα και για άλλα, καθόμουν κι έκανα εικασίες με το κεφάλι μου αναπαυτικά πλαγιασμένο, 75
     
στην βελούδινη επένδυση του μαξιλαριού, όπου έπεφτε χαιρέκακα το φως της λάμπας.
     
Αλλά όμως εκείνης ακριβώς της βελούδινης μενεξεδένιας επένδυσης όπου χαιρέκακα έπεφτε το φως της λάμπας,
     
και που Εκείνη δεν θα πιέσει, αχ, ποτέ πια.

 
     
Κατόπιν μου φάνηκε να πυκνώνει ο αέρας, αρωματιζόμενος από κάποιο αόρατο θυμιατήρι
80
που το έσειε ένα Σεραφείμ και τα βήματά του κουδούνιζαν στο πυκνό δάπεδο. 80
     
«Φουκαρά» είπα με φωνή μεγάλη, «ο Θεός έχει προσφέρει σε εσένα — δια μέσω αυτών των αγγέλων, έχει προσφέρει σε εσένα
     
Ανακούφιση — ανακούφιση και νηπενθές από τις αναμνήσεις της Λενόρ!
     
Πίνε, ω, πίνε με γουλιές μεγάλες αυτό το ευγενικό το νηπενθές και ξέχασε αυτήν την απολεσθείσα Λενόρ».
     
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.

 
85
«Προφήτη!» είπα «το πράγμα του κακού! — προφήτη εντούτοις, μια πουλί μια διάβολος
     
είτε σε στέλνει ο Πειρασμός, ή και αν η θύελλα σε στριφογύρισε και σε έριξε εδώ στην ξηρά,
     
Εγκαταλελειμμένο, απτόητο παρ' όλα αυτά, σε αυτή την έρημη χώρα σε έριξε δεμένο με μάγια —
     
σε αυτό το σπίτι που το στοίχειωσε η Φρίκη - έλα, πες μου, αληθινά, σε παρακαλώ,
     
πες μου πες μου εκλιπαρώ, βρίσκεται κάποιο βάλσαμο παρηγοριάς στα βουνά της Γαλαάδ;»
90
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.

 
     
«Προφήτη!» είπα «της συμφοράς το πράγμα! - προφήτη εντούτοις, είτε πουλί είτε διάβολος!
     
Στο όνομα του ουρανού που πάνω μας κυρτώνει, στο όνομα του Θεού που και οι δυο μας λατρεύουμε—
     
Λέγε σε ετούτη την ψυχή την φορτωμένη θρήνο, λέγε αν μέσα στην μακρινή Εδέμ,
     
Πρόκειται να σφίξει στην αγκαλιά της μια αγιασμένη κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ-
95
Αν σφίξει μια εξαίρετη και απαστράπτουσα κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ—
     
Αν σφίξει μια εξαίρετη και απαστράπτουσα κόρη που Λενόρ την αποκαλούν οι άγγελοι».
     
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.

 
     
«Το σύμβολο του αποχωρισμού μας να γίνουνε αυτές οι λέξεις, πουλί ή πνεύμα του κακού!»
     
Με μια στριγκλιά σηκώθηκα, κάνοντας μια κίνηση αναρρίχησης —
100
«Να επιστέψεις στη θύελλα και στην όχθη της Καταχθόνιας Νύχτας!
     
Μαύρο φτερό να μην αφήσεις σαν ενθύμημα του ψεύδους που έχεις πει από την ψυχή σου!
     
Μη μου ταράζεις τη μοναχικότητα! Φύγε απ' το μπούστο πάνω απ' την πόρτα μου!
     
Πάρε το ράμφος σου από τα μύχια της καρδιάς μου, και πάρε τη μορφή σου μακρυά απ' την πόρτα μου!»
     
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.

 
105
Και του Κορακιού το γρήγορο αθόρυβο πέταγμα δεν ακούγεται, ακίνητο κάθεται, ασάλευτο κάθεται,
     
στο κατάχλομο μπούστο της Παλλάδας, πάνω ακριβώς από την πόρτα της κάμερας
     
και τα μάτια του έχουνε τα πάντα απ' την όψη ενός δαίμονα που ρεμβάζει,
     
και το φως της λάμπας χύνεται απάνω του, ρίχνοντας στο δάπεδο τη σκιά του·
     
και η ψυχή μου, από μέσα από τη σκιά που κινείται και απλώνεται στο πάτωμα,
110
δεν θα ανασηκωθεί — ποτέ πια.

 

ΔΩΣΕ ΑΞΙΑ

Φερνάντο Πεσσόα (Fernando António Nogueira de Seabra Pessoa) (1888 - 1935)

Είναι η εξομολόγηση μου, κι αν δε λέω τίποτα, είναι που δεν έχω τίποτα να πω. Τι μπορεί δηλαδή να εξομολογηθεί κανείς που να αξίζει τον κόπο ή που να είναι χρήσιμο; Αυτό που μας έχει συμβεί, είτε συνέβη σ' όλον τον κόσμο είτε μόνο σ' εμάς.

ΜΑΧΑΙΡΙ (Βιβή Χαντζαρά)


Αίμα, κοιτάχτε  αίμα
Απ την τσέπη έβγαλε τα χέρια
Αρκέστηκε στο βουβό το βλέμμα
Και κράτησε τα δύο μαχαίρια

Απ’ το παράθυρο κοιτά
Κι ο θάνατος τον χαιρετά
Του ψιθυρίζει γλυκά στ΄αυτί
Πως θα του πάρει την ζωή

Κουνάει καταφατικά το κεφάλι
Τα μάτια κλείνει στο προσκεφάλι
Το όπλο βάζει στην καρδιά του
Και έβαλε τέλος στην μοναξιά του.

ταξιδι

the mine crow (Βιβή Χαντζαρά)

Δεν ξέρω αν είναι αποκύημα
Της βλοσυρής μου φαντασίας
Μα είναι όμως το νόσημα
Της παρακάτω ιστορίας

Πως το μαύρο το γνωστό κοράκι
Σαν άκουγε το όνομα Leonore
Φώναζε στον αφέντη του, το Nevermore
Ξάπλωσε στο γεμάτο αίμα αυλάκι

Και το αυλάκι ήταν κόκκινο
Αφού είχα ξεριζώσει την καρδιά μου
Σαν το πουλί την έτρωγε
Αδειάσανε τα σωθικά μου

Που για χάρη της Leonore
Εγώ το εκδικήθηκα
Πέθανε, δεν λυπήθηκα
Παρά μόνο σαν με κοίταξε ,του είπα εγώ το Nevermore

η "καρδιά" του ποιητή